Η συνολική ποιότητα των υδάτων κολύμβησης στην Ευρωπαϊκή Ένωση έχει βελτιωθεί σημαντικά με την εφαρμογή αρχικά της Οδηγίας 76/176/ΕΟΚ και κατόπιν της Οδηγίας 2006/7/ΕΚ, η οποία πλέον εφαρμόζεται. Το 85% περίπου των παράκτιων και εσωτερικών υδάτων κολύμβησης, χαρακτηρίζεται τα τελευταία χρόνια, σταθερά, ως «εξαιρετικής ποιότητας».
Σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2022 παρακολουθούνταν 21.973 σημεία που ανήκουν κατά το 66,1% σε παράκτια ύδατα, τα οποία, κατά μέσο όρο, εμφανίζουν καλύτερη ποιότητα από τα εσωτερικά ύδατα. Το 88,8% των παράκτιων υδάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν χαρακτηριστεί ως «εξαιρετικής ποιότητας», ενώ το 79,2% των εσωτερικών υδάτων έχουν αντίστοιχη ποιότητα. Ο μεγαλύτερος αριθμός παρακολουθούμενων υδάτων κολύμβησης είναι στην Ιταλία (5.529) και στην Γαλλία (3.370). Η Ελλάδα, μαζί με την Κύπρο, την Αυστρία και την Κροατία, αποτελούν τις χώρες της Ευρώπης, για τις οποίες τουλάχιστον το 95% των υδάτων κολύμβησης έχει χαρακτηριστεί ως «εξαιρετικής ποιότητας»
Σε εθνικό επίπεδο, σύμφωνα με τα αποτελέσματα του 2022, η πλειοψηφία των παράκτιων και εσωτερικών υδάτων κολύμβησης καλύπτει τις ελάχιστες απαιτήσεις χαρακτηρισμού τους ως ύδατα κολύμβησης «εξαιρετικής ποιότητας», που έχουν τεθεί με την Οδηγία 2006/7/ΕΚ. Επιπλέον, βάσει της τελευταίας αξιολόγησης της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την ποιότητα των παράκτιων υδάτων της Ελλάδας, το 98,7% έχουν χαρακτηριστεί ως «εξαιρετικής ποιότητας», το 1,0% έχουν χαρακτηριστεί ως «καλής ποιότητας», μόλις το 0,3% έχουν χαρακτηριστεί ως «επαρκούς ποιότητας», ενώ καμία ακτή δεν έχει χαρακτηριστεί ως «ανεπαρκούς ποιότητας»
Η Ελλάδα από το 1990 παρακολουθεί συστηματικά την ποιότητα των υδάτων κολύμβησης και τα αποτελέσματα φαίνονται σχηματικά στα διαγράμματα που ακολουθούν για τα παράκτια και τα εσωτερικά ύδατα κολύμβησης αντίστοιχα.
Παράκτια ύδατα κολύμβησης